Ένας πίνακας του καλλιτέχνη Γιώργου Μικάλεφ, δείχνει σαλταδόρους, να προσπαθούν να διαφύγουν, ενώ έτοιμος είναι να τους πυροβολήσει ένας Γερμανός.
Οι Σαλταδόροι, έπαιζαν την ζωή τους κορώνα γράμματα, για να μπορέσουν να πάνε μια κουραμάνα ή ένα δοχείο πετρέλαιο, στο σπίτι τους...
Νεαροί Σαλταδόροι, όπως εμφανίζονται στο φιλμ ΤΟ ΞΥΠΟΛΗΤΟ ΤΑΓΜΑ, 1954.
Κι εμείς για ντου πηγαίναμε,
σαλτάραμε και κλέβαμε
(Γιώργος Μητσάκης)
Λέγεται ότι, οι σαλταδόροι, ήταν παράτολμοι νεαροί μάγκες, που πήδαγαν στα γερμανικά αυτοκίνητα για να κλέψουν τρόφιμα ή άλλα αγαθά (βενζίνες, ρεζέρβες κ.α).
Λέγεται ακόμη, ότι με αυτό το επικίνδυνο «επάγγελμα», εξασφάλιζαν τα απαραίτητα, ή «ρέφαραν», δηλαδή κονομούσαν, εξοφλούσαν χρωστούμενα, ή και «σενιάρονταν», αφού μπορούσαν αμέσως να πουλήσουν ή να ανταλλάξουν τα τρόφιμα και τις βενζίνες με κοστούμια και καλά δαχτυλίδια.Η εικόνα, αποτελεί μόνο μία πλευρά της αλήθειας, και δημιουργείται από το τραγούδι Ο Σαλταδόρος (Θα Σαλτάρω) του Μιχάλη Γενίτσαρη (1942).
Ζηλεύουνε δε θέλουνε ντυμένο να με δούνε
Σπάνια εικόνα της Κατοχής. Τρεις πιτσιρικάδες που στέκονται αριστερά, μοιάζουν να ενεδρεύουν για ντου, στο φορτίο...
Κι εμείς για ντου πηγαίναμε,
σαλτάραμε και κλέβαμε
(Γιώργος Μητσάκης)
Λέγεται ότι, οι σαλταδόροι, ήταν παράτολμοι νεαροί μάγκες, που πήδαγαν στα γερμανικά αυτοκίνητα για να κλέψουν τρόφιμα ή άλλα αγαθά (βενζίνες, ρεζέρβες κ.α).
Λέγεται ακόμη, ότι με αυτό το επικίνδυνο «επάγγελμα», εξασφάλιζαν τα απαραίτητα, ή «ρέφαραν», δηλαδή κονομούσαν, εξοφλούσαν χρωστούμενα, ή και «σενιάρονταν», αφού μπορούσαν αμέσως να πουλήσουν ή να ανταλλάξουν τα τρόφιμα και τις βενζίνες με κοστούμια και καλά δαχτυλίδια.Η εικόνα, αποτελεί μόνο μία πλευρά της αλήθειας, και δημιουργείται από το τραγούδι Ο Σαλταδόρος (Θα Σαλτάρω) του Μιχάλη Γενίτσαρη (1942).
Ζηλεύουνε δε θέλουνε ντυμένο να με δούνε
μπατίρη θέλουν να με δούν για
να φχαριστηθούνε
Θα σαλτάρω θα σαλτάρω τη
ρεζέρβα να τους πάρω
Μα εγώ πάντα βολεύομαι γιατί
τηνε σαλτάρω
σε κανα αμάξι Γερμανού και
πάντα τη ρεφάρω
Το τραγούδι παραδίδεται και
διασκευασμένο από τον Κατσαρό, σε ηχογράφηση του 1945.
Προτάθηκε κάποτε, να θεωρείται ο «Ύμνος της Κατοχής», με την έννοια ότι αποδίδει τα τότε συναισθήματα του λαού μας. Διαφωνώ. Το τραγούδι αυτό, δεν μας δίνει την εικόνα ενός Γιάννη Αγιάννη, ο ήρωας δηλαδή δεν κλέβει γιατί πεινάει, αλλά γιατί θέλει να σενιαριστεί, και αυτό έχει τεράστια διαφορά.
Προτάθηκε κάποτε, να θεωρείται ο «Ύμνος της Κατοχής», με την έννοια ότι αποδίδει τα τότε συναισθήματα του λαού μας. Διαφωνώ. Το τραγούδι αυτό, δεν μας δίνει την εικόνα ενός Γιάννη Αγιάννη, ο ήρωας δηλαδή δεν κλέβει γιατί πεινάει, αλλά γιατί θέλει να σενιαριστεί, και αυτό έχει τεράστια διαφορά.
Ο στίχος
Βενζίνες και πετρέλαια εμείς
τα κυνηγάμε
γιατί έχουν πολλά λεφτά και
μόρτικα γλεντάμε
αποκαλύπτει εξάλλου ότι ο συγκεκριμένος
σαλταδόρος, δεν αρπάζει τρόφιμα, δεν ενδιαφέρεται για τροφή, είναι χορτάτος.
Συνεπώς, το ιστορικό και
ομολογουμένως ωραίο, τραγούδι του
Γενίτσαρη, αν και έρχεται από τον
πραγματικό χρόνο, αποτελεί μερική περίπτωση, δεν μπορεί να μας δώσει την
πραγματική διάθεση του λαού ούτε και την πραγματική διάθεση της πλειοψηφίας των
σαλταδόρων. Μια συλλογή τραγουδιών που δείχνουν την πραγματική διάθεση της εποχής, ακολουθεί:
Η πραγματική διάθεση της
πλειοψηφίας των σαλταδόρων αποδίδεται στο πολύ ωραίο ζεϊμπέκικο του Γιώργου
Μητσάκη, Κατοχή στην Τρούμπα.
Το τραγούδι υπάρχει σε εκτέλεση του Παναγιώτη Μιχαλόπουλου:
Ήταν Κατοχή,
κι έπεφτε βροχή
ήτανε βαθύ σκοτάδι
στη Τρούμπα κάθε βράδυ.
Κι εμείς για ντου πηγαίναμε,
σαλτάραμε και κλέβαμε,
παρέα ήτανε με μας
κι ο μπουκαδόρος ο Κοσμάς
Ήταν Κατοχή,
πείνα και βροχή
Το τραγούδι αυτό, μάλιστα μας
δίνει και ονόματα δύο σαλταδόρων που σκοτώθηκαν...
Μια νύχτα τον Τζιμίνσκουλα
τον φάγανε για ψίχουλα
και τον βαρκάρη το Θωμά
που έπαιζε τον μπαγλαμά
τον φάγανε για ψίχουλα
και τον βαρκάρη το Θωμά
που έπαιζε τον μπαγλαμά
Η πραγματική διάθεση του
σαλταδόρου, περιγράφεται κυρίως με την λέξη ΠΕΙΝΑ και το σάλτο γίνεται πολλές
φορές πράξη ηρωική όταν ο σαλταδόρος, έχει στόχο να χορτάσει εκτός από τον
εαυτό του και κάποιον άλλο.
Στο εκπληκτικό τραγούδι του
Γιώργου Ζαμπέτα, Άντε να Σαλτάρω, υπάρχει ο συγκλονιστικός στίχος...
Άιντε να σαλτάρω, να σαλτάρω
μαύρη κουραμάνα μάνα να σου
πάρω
Ο στίχος είναι γραμμένος από
τον Ξενοφώντα Φιλέρη, που στην διάρκεια της Κατοχής, υπήρξε σαλταδόρος και
αργότερα έγραψε το εκπληκτικό βιβλίο ΟΙ ΣΑΛΤΑΔΟΡΟΙ ΤΟΥ ΒΥΡΩΝΑ. Το βιβλίο αυτό,
είναι η κυριότερη πηγή πληροφόρησης για να καταλάβουμε ο σαλταδόρος της
Κατοχής, τι πράγματι ήταν.
Ο Φιλέρης έγραψε επίσης τους
στίχους στον Φιφίκο, ένα άλλο πανέμορφο τραγούδι του Ζαμπέτα.
Εδώ περιγράφεται και ένα σάλτο.
Στην γωνία των οδών Σταδίου
και Αμερικής, εκεί που σήμερα είναι η Τράπεζα Πειραιώς, υπήρχε τότε Φυλάκιο
Ιταλών. Τρεις πιτσιρικάδες «με τρύπιο παντελόνι» έκαναν ντου και κούρσευαν το
καμιόνι που πήγαινε φαγητό στους ιταλούς στρατιώτες.
Στο τραγούδι Το Πιτσιρίκι
(Ζαμπέτας-Φιλέρης) περιγράφεται σύλληψη και απόδραση σαλταδόρου πιτσιρικά. Αλλά
κυρίως περιγράφονται τα πραγματικά χαρακτηριστικά, το ήθος, και συνεπώς το
πραγματικό πορτραίτο του σαλταδόρου:
πιτσιρίκι με λαγού
περπατησιά,
εξυπνάδα Μωραΐτη, Μακεδόνα
λεβεντιά
ένα πιτσιρίκι που `χει
αντρική καρδιά
πονηριά Κεφαλλονίτη, Κρητικού
παλικαριά
Κατά τη γνώμη μου, αυτό το
είδος σαλταδόρου, πρέπει να καταταχθεί ανάμεσα στους ήρωες της Εθνικής μας
Αντίστασης.
Και διαβάζοντας κανείς το βιβλίο του Φιλέρη, αντιλαμβάνεται ότι πολλές φορές, το σάλτο δεν είχε κινητήρια δύναμη μόνο το Ψωμί, αλλά και την Λευτεριά και την Τιμή.
Και διαβάζοντας κανείς το βιβλίο του Φιλέρη, αντιλαμβάνεται ότι πολλές φορές, το σάλτο δεν είχε κινητήρια δύναμη μόνο το Ψωμί, αλλά και την Λευτεριά και την Τιμή.
Αυτό υπονοείται άλλωστε και
στο τραγούδι Κομαντατούρα, με τον στίχο
Στην Μέρλιν και στην Κοραή
χτυπάνε με ζωνάρια
και πάνω στην Καισαριανή
σκοτώνουν παλικάρια
Η σκάλα που οδηγούσε στα μπουντρούμια της Γκεστάπο (Φωτογραφία Μ.Νταλούκας, 2005)
Πήγα κάποτε, να δω κι εγώ, αυτή
την σκάλα που περιγράφει ο Φιλέρης «την σκάλα που κατέβαινες είκοσι μέτρα
βάθος», εκεί που φυλακίστηκαν και πολλοί νεαροί σαλταδόροι. Βρίσκεται στην οδό
Κοραή 4, κάτω από το μέγαρο της Εθνικής Ασφαλιστικής. Κατέβηκα την σκάλα και
μπήκα στο σκοτεινό μπουντρούμι. Σε ένα τοίχο διάβασα αυτό που είχε χαράξει τότε
κάποιος κρατούμενος: Δ.ΜΩΡΑΙΤΗΣ. 24 ΩΡΕΣ ΧΩΡΙΣ ΦΑΪ ΚΑΙ ΝΕΡΟ. ΜΟΝΟ ΜΥΡΙΖΟΝΤΑΣ ΓΙΑΣΕΜΙ.
Το φωτογράφησα και το κρατώ ευλαβικά στο Αρχείο μου, να θυμάμαι.
Εν κατακλείδι, το σάλτο δεν
ήταν κλοπή, το αντίθετο, πολλές φορές αποτελούσε Ηρωική πράξη. Αυτό το
καταλαβαίνεις καλά, διαβάζοντας το βιβλίο του Φιλέρη. Την διαφορά ακόμα της
κλοπής από το σάλτο, την καταλαβαίνεις βλέποντας και την ταινία του TALLAS
GREGG. C, Το Ξυπόλητο Τάγμα (1954).
Εκεί, υπάρχει η ιστορία των
160 παιδιών που αποτελούσαν το "ξυπόλητο τάγμα", προσπαθώντας να
επιβιώσουν κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Με κίνδυνο της ζωής τους, διωγμένα από
το ορφανοτροφείο, είχαν δημιουργήσει μια ηρωική συμμορία και έκλεβαν από τους
Γερμανούς και τους συνεργάτες τους τρόφιμα και φάρμακα, τα οποία μοίραζαν σε
όσους τα είχαν ανάγκη. Μάλιστα, η επαφή τους με μια Ελληνίδα διερμηνέα των
Γερμανών (Μαρία Κωστή) τα έκανε να βοηθήσουν έναν αξιωματικό των συμμάχων να
διαφύγει στη Μέση Ανατολή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου